Ήταν όνειρο ζωής να βρεθούμε σε ένα τροπικό δάσος της βροχής, να ακούσουμε τους ήχους των πουλιών, να δούμε ιπτάμενους πιθήκους και να αφουγκραστούμε το μυστήριο των πανύψηλων δέντρων. Όπως ένα κολιμπρί που πετάει ανάμεσα σε δύο ωκεανούς, σε αυτή την χώρα που φαντάζει μια κουκίδα μέσα στο χάρτη από άποψη μεγέθους, είναι η γέφυρα που ενώνει τη Βόρεια με τη Νότια Αμερική με τρόπο συγκλονιστικό, με ομορφιά μαγευτική. Βρεθήκαμε ανάμεσα στους ανθρώπους της που λένε απλά pura vida(αγνή-απλή ζωή), το όνομα της ηχεί όμορφα στα αυτιά, τη λένε Costa Rica που σημαίνει πλούσια ακτή.Το συζητούσαμε για χρόνια με τον αδερφό μου Στέλιο, είχα αγοράσει και χάρτη γεωφυσικό όπως κάνω σχεδόν πάντα για την επόμενη εξόρμησή μας στις γωνιές του πλανήτη, είχα βάλει και ορειβατικό στόχο το ψηλοτερο βουνό της Cerro Chirripo 3820m., αλλά πάντα κάτι άλλο προέκυπτε, κάτι άλλο της έτρωγε τη θέση της,τόσο άδικα όπως αποδείχθηκε. Έτσι έφτασε η ώρα τo σχέδιο μπήκε σε εφαρμογή, μετά από σχεδόν 2 χρόνια χωρίς ταξίδι στο εξωτερικό, λόγω της πανδημίας που άλλαξε τον τρόπο ζωής σε όλο τον πλανήτη.
Όταν μπει ο στόχος μαζί του φέρνει το όνειρο που πρεπει να πραγματοποιηθεί, που μέλει να γίνει μια γλυκιά αναμονή ώσπου να πετάξουμε και να ξεκινήσει επιτέλους το ταξίδι.
Αυτό που μας σημάδεψε στην Κόστα Ρίκα ήταν το βλέμμα των ανθρώπων της, ανθρώπων που συνδέονται με τη δημιουργία αυτής της παρθένας χώρας και των θησαυρών της. Αναχωρήσαμε πρωί από Αθήνα, με πτήση της Lufthansa για Φρανκφούρτη, όπου φτάσαμε μετά από 3 ώρες. Μετά από λίγη αναμονή, φύγαμε πάλι με Lufthansa απευθείας για το San Jose, την πρωτεύουσα της χώρας και μετά από 12 ολόκληρες ώρες φτάσαμε στο διεθνές αεροδρόμιο Juan Santamaria το βράδυ της ίδιας ημέρας, καθώς έχουμε 9 ώρες διαφορά. Μόλις φτάσαμε στο αεροδρόμιο παραλάβαμε αμέσως το αυτοκίνητό μας, ένα τζιπ 4Χ4 που ήταν ο συντροφός μας τις επόμενες μέρες, για να γνωρίσουμε από άκρη σε άκρη τη χώρα και να ζήσουμε την περιπέτεια της εξερεύνησης. Αφού ξεκουραστήκαμε από το πολύωρο ταξίδι αφιερωθήκαμε στην ξενάγησή μέσα στην ιστορική πόλη του Σαν Χοσέ με τα αποικιοκρατικά κτίρια (colonial), τις υπαίθριες αγορές, τα παζάρια & τα μουσεία της, επισκεφτήκαμε το Εθνικό θέατρο και την Mercado Central, την μοναδικής ατμόσφαιρας κλειστή αγορά της πρωτεύουσας. Συναντηθήκαμε με τους ανθρώπους της πόλης και γνωρίσαμε την κουλτούρα τους. Πολύ λίγοι λευκοί, οι περισσότεροι είναι μιγάδες με ένα επίπεδο ζωής που μοιάζει στα ευρωπαϊκά πρότυπα.Η Κόστα Ρίκα λέγεται και “Ελβετία” της Λατινικής Αμερικής με ότι αυτό συνεπάγεται. Όλα γίνονται εύκολα καθώς βρισκόμαστε στο downtown, στην καρδία του κέντρου της πόλης, δοκιμάζουμε την τοπική κουζίνα στις Sodas, λέγονται τα ντόπια μαγαζία που σερβίρουν τοπική κουζίνα με κύριο πιάτο το Casado, κατά βάση κοτόπουλο με ρύζι και φασόλια. Καθίσαμε μέσα στην πολύχρωμη κεντρική αγορά της πόλης.
Ξεκινήσαμε το οδικό μας ταξίδι την επόμενη μέρα για το ηφαίστειο Irazu 3432m.στο ομώνυμο εθνικό πάρκο, στα κεντρικά υψίπεδα της χώρας.Φάγαμε αρκετή βροχή ψηλά στο βουνό και είχε πυκνή ομίχλη. Έτσι φύγαμε γρήγορα για το Cartago την παλιά πρωτεύουσα και θρησκευτικό κέντρο, με την εκκλησία La Negrita, η ονομαστή θαυματουργή εικόνα της είναι η πιο λαοφιλής στους καθολικούς πιστούς της χώρας. Συνεχίσαμε νότια με σκοπό να διανυκτερεύσουμε έξω από το εθνικό πάρκο Chirripo, στο χωριό San Gerardo de Rivas 1340m. στην είσοδο του πάρκου. Βρήκαμε μια πολύ βολική πανσιόν,λίγα μέτρα πριν την είσοδο στο μονοπάτι και πολύ κοντά στα γραφεία που έπρεπε να κάνουμε τις διατυπώσεις για την είσοδό μας στο βουνό. Νωρίς το πρωί μπαίνουμε στο Chirripo National park και ξεκινάμε για τον μεγάλο μας στόχο ως πρώτη καταγεγραμμένη ελληνική αποστολή, την ανάβαση μας στο Cerro Chirripo 3820m., που είναι το ψηλότερο βουνό της χώρας. Η πεζοπορία μας είναι διάρκειας 2 ημερών, οπότε ξεκινήσαμε τα πρώτα 14,6km με σκοπό να φτάσουμε στο Crestones base camp στα 3400m όπου και διανυκτερεύσαμε. Όλο το βουνό είναι μια ζούγκλα, αφού βρίσκεται στην τροπική ζώνη. Είναι γεμάτο ρεματιές και ποτάμια καθώς και θεόρατα δέντρα που σχηματίζουν κομοστέγη που κρύβει τον ουρανό, αυτό μέχρι τα 2900μ περίπου, μετά αραιώνει κάπως η βλάστηση και εμφανίζονται αρκετές λίμνες που θυμίζουν καλντέρες παλιού σβησμένου ηφαιστείου. Ο καιρός είναι πολύ άστατος με ήλιο και βροχή να εναλλάσσονται συνεχώς, το βράδυ η θερμοκρασία πέφτει αρκετά χαμηλά. Απέναντί μας βλέπαμε τους εντυπωσιακούς βράχους Crestones Rocks. Ξυπνάμε πολύ νωρίς το πρωί πριν χαράξει με φακούς κεφαλής ώστε να απολαύσουμε την ανατολή από την κορυφή του Cerro Chirripo, η απόσταση που μας χωρίζει από την κορυφή είναι περίπου 5,1km και μόνο 420μ. υψομετρική.. Μετά από μια πολύ σκληρή διαδρομή συνολικής διάρκειας 20 ωρών, 40km και 2.604μ. υψομετρικών(μετ επιστροφής), φτάσαμε στην ψηλότερη κορυφή της χώρας με την ανατολή του ήλιου, ο καιρός ήταν εντελώς κλειστός με λιγοστά παράθυρα ήλιου, οπότε η θέα στους δύο ωκεανούς που περιβάλλουν την Κόστα Ρίκα (Ειρηνικός & Ατλαντικός-Καραϊβική) ήταν απαγορευτική λόγω συνθηκών. Η ικανοποίηση μας και η χαρά μας ήταν μεγάλη, ο στόχος επετεύχθη. Εκεί ψηλά στη βραχώδη κορυφή του Cerro Chirripo στα 3.820μ. από την επιφάνεια της θάλασσας, πάνω από τα σύννεφα του τροπικού δάσους, το όνειρο έγινε πραγματικότητα. Ξεκινήσαμε μετά τις σχετικές φωτογραφίες της κορυφής, την κοπιαστική κατάβασή μας προς την έξοδο από το Chirripo, φτάσαμε βράδυ στην πανσιόν μας και μετά από ένα γρήγορο δείπνο συνεχίσαμε το ταξίδι μας για τις ακτές του Ειρηνικού. Τα χωριουδάκια των κεντρικών υψιπέδων με τα φώτα τους, συντρόφευαν την κάθοδό μας προς τη θάλασσα. Φτάσαμε λίγο πριν τα μεσάνυχτα έξω από το εθνικό πάρκο Manuel Antonio με την αύρα του ωκεανού να χαϊδεύει τα πρόσωπά μας.
Την επόμενη μέρα μπήκαμε στο μικρό αλλά πανέμορφο εθνικό πάρκο Manuel Antonio και κάναμε πεζοπορία στο Cathedral point, μέσα στην ζούγκλα είχαμε μαζί μας σχετικό οδηγό για παρατήρηση αγρίων ζώων και πουλιών. Απολαύσαμε μπάνιο μας στις 2 υπέροχες, αντικριστές τροπικές παραλίες του εθνικού πάρκου την Espadilla & την Manuel Antonio.Πίθηκοι καπουτσίνοι συντρόφευαν όλη τη διαδρομή μας έτοιμοι να μας κλέψουν οτιδήποτε φαγώσιμο. Συνεχίσαμε για Quepos-Playa Hermosa, Jaco-Crocodile bridge Santa Helena-Monteverde.
Η άγρια ζωή της Costa Rica φυτά, ζώα και πτηνά μπροστά στα μάτια μας κάθε στιγμή. Τα τροπικά δάση της βροχής, οι ζούγκλες της και η μορφολογία της εντυπωσιακή, παρότι μικρή χώρα διαθέτει το 4% της βιοποικιλότητας του πλανήτη μας.
Μonteverde cloud forest, πεζοπορία μέσα στο ορεινό τροπικό δάσος στο National Reserve. Oδική διαδρομή στην επαρχιακή πόλη Tilaran -λίμνη Arenal – ηφαίστειο Arenal (1670m.) Διανυκτέρευση στην περιοχή του ηφαιστείου στο χωριό La Fortuna, σε ξενώνα κάτω από το ηφαίστειο στο τροπικό δάσος, μέσα σε μυστηριώδεις ήχους. Στο La Fortuna υπάρχει και ο ομώνυμος καταρράκτης που είναι εντυπωσιακός, από μακριά ακούς την αγριάδα που βγάζει ο ήχος του νερού καθώς πέφτει με ορμή από πολύ ψηλά.
Στο πάρκο με τις κρεμαστές γέφυρες του Arenal είχαμε την σπάνια ευκαιρία να φωτογραφίσουμε δίπλα μας τον Howler Monkey, αυτός ο πίθηκος λέγεται φωνακλάς γιατί η φωνή του ακούγεται μίλια μακριά μέσα στη ζούγκλα. Κάναμε βραδινό κολύμπι στα υπέροχα hotsprings της περιοχής του ηφαιστείου. Συνεχίσαμε το ατελείωτο photo tour μας για τα Tortuguero channels, από τη μια μεριά τα κανάλια και από την άλλη ο ήχος των κυμάτων της Καραϊβικής, τα λόγια είναι περιττά για αυτό το μαγικό μέρος, είναι επισκέψιμο μόνο με βάρκες. Θαυμάζουμε την ακτή των θαλάσσιων χελωνών καθώς και τον πλούτο σε σπάνια πτηνά, είδαμε κάιμαν τους μικρούς αλιγάτορες που κολυμπούν στα νερά της περιοχής και θαυμάσαμε τους πιθήκους αράχνη που χρησιμοποιούν την ουρά τους σαν επιπλέον στήριγμα στα κλαδιά των γιγαντιαίων δέντρων. Αν κάποιος δεν βρεθεί σ’ αυτόν τον επίγειο παράδεισο, απλά δεν έχει πάει στην Κόστα Ρίκα! Μπαίνουμε από την είσοδο του εθνικού πάρκου Tortuguero στη θέση La Pavona και πηγαίνουμε με βάρκα μέσω των καναλιών προς το Sector Cuatro Esquinas. Διανυκτέρεύσαμε στο πολύχρωμο χωριουδάκι Tortuguero μέσα στο εθνικό πάρκο σε lodge. Η βραδινή πεζοπορία μέσα στη ζούγκλα για παρατήρηση αγρίων ζώων, πτηνών και αμφιβίων ήταν αξέχαστη εμπειρία. Ο οδηγός μας ο Victor μας έδωσε γαλότσες για να μην αντιμετωπίσουμε κάποιο κίνδυνο.
Tαξίδι στο νότο της Καραϊβικής
Quapiles,Limon, Cahuita, Playa Cocles, Puerto Viejo de Talamanca, σε χωριά ανέμελα με σκοπό τη συνάντηση μας με τις ντόπιες φυλές των ιθαγενών. Συναντηθήκαμε και συνομιλήσαμε με τους αυτόχθονες Bribri, που ζουν στα νότια της χώρας, στα σύνορα με τον γειτονικό Παναμά. Καλλιεργούν κακάο και ζουν αυτόνομα. Το βράδυ πήγαμε στην παραλία Manzanillo Sheepwreck (παραλία με ναυάγιο κοντά στα σύνορα με Παναμά) και μείναμε σε σπίτι ντόπιων. Διαδρομή προς την πόλη Sixaola και τον ομώνυμο ποταμό που αποτελεί φυσικό σύνορο μεταξύ Costa Rica και Panama. Περάσαμε τη γέφυρα και μπήκαμε για λίγο στο έδαφος του Παναμά. Επιστρέψαμε στο Manzanillo και ξεκινήσαμε tour με βάρκα με ξεναγό ντόπιο ψαρά, για παρατήρηση των δελφινιών της Καραϊβικής. Περάσαμε με τη βάρκα από την παραλία Punta Mona και το νησάκι Monkeys island.
Επιστροφή στην κεντρική ραχοκοκαλιά της χώρας Cordillera Central περνώντας από το Limon το μεγαλύτερο λιμάνι γεμάτο με κοντέϊνερ για τις εξαγωγές αγροτικών αγαθών από τον τεράστιο φυσικό πλούτο της Costa Rica, από εκεί αντίκρυσε ο Κολόμβος τις ακτές της χώρας, στο τέταρτο και τελευταίο ταξίδι του στις δυτικές Ινδίες. Συνεχίσαμε για το εθνικό πάρκο του Poas volcano 2697m. που ήταν κλειστό λόγω ομίχλης. Πήγαμε στους καταρράκτες La Paz και την ευρύτερη προστατευόμενη περιοχή. Πριν επιστρέψουμε στην πρωτεύουσα San Jose, περιπλανηθήκαμε στις φυτείες καφέ, μπανάνας & φοινικόδεντρων, συναντώντας απλούς Κοσταρικάνους στις καθημερινές τους ασχολίες.‘Oλα αυτά πέρασαν μπροστά από τα μάτια μας, ενισχύοντας το σύνθημα της χώρας Pura Vida που καθρεφτίζεται στο βλέμμα των Κοσταρικάνων.Επιστρέψαμε στην Ελλάδα γεμάτοι με εικόνες, όμορφα συναισθήματα και νέες εμπειρίες!
Θερμές ευχαριστίες στους χορηγούς της αποστολής, για την υποστήριξή τους: Goldenport, Fujifilm Hellas, CDC Caving Diving Canyoning, Cekta, Manios Cine Tools, Stamos SA, Red Elephant, Σύλλογος των Αγχιαλιτών της Αθήνας “Η Αγχίαλος”.
Κείμενο: Ηλίας Τσίκας
0 Read MoreΚοιτώντας τη γεωγραφία του Ιράν, το βλέμμα σταματά στην οροσειρά που απλώνεται νότια της Κασπίας Θάλασσας.Είναι η οροσειρά Al Borz. Η ψηλότερη κορφή της ξεπερνά όλα τα βουνά της γηραιάς ηπείρου, είναι το θρυλικό όρος Damavand, που ορθώνεται σε υψόμετρο 5.671 μέτρα!! Ο ηφαιστειακός του κώνος πάντα χιονισμένος είναι ορατός από δεκάδες χιλιόμετρα μακριά, ένα βουνό σύμβολο για τους Πέρσες. Διαμορφώνει το κλίμα της χώρας καθώς πάνω του σπάνε κατά κύματα τα σύννεφα που δημιουργεί ο υδάτινος ορίζοντας της μεγάλης θάλασσας και χαρίζει αντιθέσεις ζηλευτές σε όλους τους τολμηρούς ταξιδιώτες.Αποτέλεσε το βασίλειο του ζωροαστρισμού και είναι συνδεδεμένο με μύθους και παραδόσεις. Είναι ένας τόπος γεμάτος σοφία αιώνων και πολιτισμού. Ανοίγει τόσο ο νους σ ’αυτά τα μέρη που ξεγελιέσαι πως δεν κουβαλάς μέσα σου το δυτικό πολιτισμό, πως γίνεσαι ένα με τους ανθρώπους του βουνού, τους βοσκούς του οροπεδίου στα 2.500 μέτρα υψόμετρο, τους ανθρώπους του Nandal.
Τοπίο ανεμοδαρμένο, γυμνό και λιτό, μοναδικής απλότητας και δυνατής, τραχιάς ομορφιάς…. Τα στρατεύματα του Μεγάλου Αλεξάνδρου ξαπόστασαν στη σκιά του, καθώς κυνηγούσαν στα ορεινά μονοπάτια του, το βασιλιά Δαρείο. Τα βράχια του διαβήκαν και οι ορδές του Ταμερλάνου στην προσπάθεια του να πραγματοποιήσει τα μεγαλεπίβολα σχέδια του.
Μια ανάβαση σ’αυτό το βουνό αποτελεί για τον καθένα μια μεγάλη πρόκληση, ένα ταξίδι στην περιπέτεια, ένα ταξίδι στον πολιτισμό της περιοχής, στην ουσία της λιτότητας του τοπίου και των ανθρώπων.
Τα 120 χιλιόμετρα που απέχει η Τεχεράνη απ’ το οροπέδιο πέρασαν ευχάριστα, με τον Ιρανό φίλο μας Reza Azadegan να μετριάζει την αγωνία μας για το τι θα συναντούσαμε. Ακολουθήσαμε μια διαδρομή μέσα από πολλά φαράγγια με ποτάμια να ξεχειλίζουν και βουνά χιονισμένα δεξιά κι αριστερά. Τα ορεινά μονοπάτια που παλιά διεξαγόταν το εμπόριο της περιοχής για αιώνες ολόκληρους, περνούν μέσα από πράσινες κοιλάδες και ποτάμια ορμητικά που αδειάζουν το πολύτιμο νερό τους στη μεγάλη θάλασσα.Στην κοιλάδα Haraz διαβήκαμε πολλά τούνελ σ’ένα αλπικό τοπίο και μπήκαμε στα τελευταία 20 χιλιόμετρα -χωματόδρομου που θα μας οδηγούσε στην αφετηρία της ανάβασής μας.Το πέρασμα αυτό σου δίνει την εντύπωση πως τα πράγματα και οι ανθρωποι δεν έχουν αλλάξει εδώ και αιώνες, μια διαδρομή άθικτη στο διάβα του χρόνου.
Μια σιωπή απλώνεται στα μέρη εκεί πάνω, μια σιωπή εξώκοσμη μα συνάμα λυτρωτική, τον χώρο περιτριγύριζε μια ιερότητα ξεχωριστή. Κάπου κάπου ακούγονταν τα βελάσματα από τα κοπάδια των προβάτων που βοσκούσαν στο οροπέδιο. Απομακρυνθήκαμε από το Nandal και αφού περάσαμε από στάνες χτισμένες με πέτρες και λιβάδια με κόκκινες παπαρούνες οπίου, φτάσαμε στο σημείο που θα ξεκινούσε η προσπάθεια..
Στόχος μας την πρώτη μέρα, ήταν να φτάσουμε στο μικρό καταφύγιο της βόρειας πλευρά του βουνού στα 3.800 μέτρα. Στα πρόσωπά μας έφτανε ο παγωμένος αέρας του Damavand, τριγύρω μας κορφές παντού, το Al Borz σε όλο του το μεγαλείο!!Στο βάθος διακρίναμε χαμηλή νέφωση πάνω από την Κασπία θάλασσα και εμπρός μας τον γίγαντα που επιλέξαμε να ανεβούμε.Το μονοπάτι ήταν γεμάτο σάρες και κοφτερούς βράχους, είχε και κάποιες χιονούρες απολήξεις των παγετώνων της βόρειας πλευράς.Φτάσαμε στο Hut 4000, ένα απλό τσίγκινο κατασκεύασμα θα μας παρείχε προστασία από την άγρια και παγωμένη νύχτα του βουνού.Ο αέρας εκεί πάνω είναι ξηρός και ψυχρός, σύννεφα από τα αριστερά μας φέραν αγωνία, καθώς ο καιρός πιάνει πάντα το βουνό από τα δυτικά. Τα καμινέτα ανάψανε και σε λίγο πήραμε το βραδυνό μας, ήπιαμε λίγο νερό και πέσαμε κουρασμένοι από την εφτάωρη προσπάθεια μας, για ύπνο. Το πρωί ξυπνήσαμε με διάθεση ανεβασμένη είμασταν πλέον πιο κοντά στην κορυφή, που τη βλέπαμε σηκώνοντας το βλέμμα ψηλά, χιονισμένη και μεγαλοπρεπή.
Ξεκινήσαμε τη δεύτερη μέρα για το καταφύγιο στα 4.700 μέτρα, το τελευταίο καταφύγιο ανάγκης πριν την κορυφή του βουνού, το Hut 5000. Η κλίση άρχισε ν’ αυξάνει, το μονοπάτι ανέβαινε ανάμεσα στους δύο μεγάλους παγετώνες τον Dubisel και τον Siyouleh της βόρειας πλευράς. Σαν τεράστια αργοκίνητα ποτάμια κατεβαίνουν μέχρι το γυμνό οροπέδιο, παρασύροντας τους αιώνιους πάγους τους.
Ο πονοκέφαλος λόγω υψομέτρου τρυπούσε πλέον, τα κεφάλια μας, κερδίζαμε όμως ακάθεκτοι ύψος με αργά και σταθερά βήματα, χωρίς σχεδόν καθόλου στάσεις. Αρχίζαμε να νιώθουμε καλύτερα, η αναπνοή ήταν πλέον αργή και σταθερή και ο πονοκέφαλος άρχιζε να υποχωρεί ανεβάζοντας το πάθος μας για την κορφή στα ύψη. Είμασταν πλέον κυριολεκτικά πάνω από τα σύννεφα, το οροπέδιο είχε καλυφθεί από λευκή νέφωση και το θέαμα ήταν μοναδικό.Στα δεξιά μας βλέπουμε χιονισμένο ένα τεράστιο πλατώ με υψόμετρο 3.400 μέτρα και έκταση ίσο με δέκα γήπεδα ποδοσφαίρου. Ο καιρός ήδη από το βράδυ άρχισε να σκληραίνει με θερμοκρασία κάτω από τους 0° Κελσίου. Φορέσαμε τα τζάκετ μας και προχωρούσαμε αργά με τα γάντια σφιχτά πάνω στα μπατόν μας και σταθερή αναπνοή ανάλογη με το βηματισμό μας(είχαμε την υποστήριξη και χορηγία της εταιρίας POLO AΒΕΕ, που μας χορήγησε ολόκληρο τον ορειβατικό μας εξοπλισμό και την ευχαριστούμε θερμά γι’ αυτό). Είμαστε πλέον σε ένα μικτό πεδίο βράχου και χιονιού που μερικά σημεία απαιτούσαν αναρρίχηση για να τα περάσουμε. Επιτέλους μετα από 8-9 ώρες πορεία, φτάσαμε στο ψηλότερο καταφύγιο, της βόρειας πλευράς του Damavand, περίπου στα 4.700 μέτρα υψόμετρο. Είναι το τελευταίο σημείο προστασίας πριν από την κορυφή, ένα πραγματικά καταφύγιο ανάγκης με δύο πεδία, χωρισμένο σαν ράφια, που το κάτω πεδίο το βρήκαμε εντελώς παγωμένο από το χιόνι που εισχώρησε μέσα κατά τη διάρκεια της νύχτας. Κάναμε αμέσως μια ανάβαση προσαρμογής μέχρι τα 5.000 μέτρα. Φτάσαμε μέχρι ένα σημείο που απαιτούσε σχεδόν κατακόρυφη αναρρίχηση και μια επικίνδυνη τραβέρσα, αυτό θα το αντιμετωπίζαμε αύριο στην πορεία μας για την κορφή. Προμηνύονταν μια κρύα και παγωμένη νύχτα, απλώσαμε αμέσως τους υπνόσακους, ντυθήκαμε με όλα τα fleece και ισοθερμικά μας, κοιτάξαμε το υπέροχο ηλιοβασίλεμα στα δυτικά με τον ήλιο να χάνεται πίσω από τις κορφές της οροσειράς.
Βγάλαμε φωτογραφίες για να μην χάσουμε την μαγεία των χρωμάτων του ορίζοντα. Φτιάξαμε τσάι για να πιούμε και να αναπληρώσουμε υγρά.Το νερό μας είχε τελειώσει και λιώσαμε χιόνι, το μεγάλο μας πρόβλημα ήταν η έλλειψη νερού, τα λίγα αποθέματα μας σώθηκαν σχεδόν αμέσως. Το βράδυ ο αέρας δυνάμωσε πολύ, είχαμε μια δύσκολη νύχτα με τις λαμαρίνες του καταφυγίου να τρίζουν και να βροντούν κάνοντας δύσκολο τον ύπνο μας. Εξω η θερμοκρασία έπεσε κάτω από τους μηδέν εως τους -10° βαθμούς Κελσίου. Είχαμε ένα βράδυ στα 4.700 μέτρα δύσκολο, μα είμασταν πλέον τόσο κοντά στην κορυφή. Η αυγή μας βρήκε έτοιμους για αναχώρηση, ξυπνήσαμε και νιώθαμε πως βρισκόμαστε σε αεροπλάνο με τα σύννεφα όλα από κατω μας, να έρχονται με μεγάλη ταχύτητα προς τα πάνω. Ήταν η 3η μέρα μας στο βουνό. Ο καιρός συννέφιασε και ψύχρανε πολύ γρήγορα, με διαστήματα που ο ήλιος έσπαζε τα σύννεφα και μας φώτιζε. Ξεκινήσαμε αργά με βήμα σταθερό, λίγο κουρασμένοι αλλά με μεγάλα ψυχικά αποθέματα. Το καταφύγιο τώρα φαινόταν κάτω μας σαν μια μικρή κουκίδα. Η κλήση αυξανόταν, ένα βράχινο μονοπάτι πολύ δύσκολο μας ανάγκασε να κάνουμε ένα πέρασμα με τα πιολέ μας που ήταν εκτεθειμένο και πολύ επικίνδυνο με τον παγετώνα Dubisel να περιμένει από κάτω.Ήταν το δύσκολο κομμάτι που είχαμε δει στην χθεσινή μας ανάβαση, τα καταφέραμε και συνεχίσαμε.Η ομίχλη καθώς πλησιάζαμε την κορυφή έκανε την ορατότητά μας δύσκολη, είχαμε φορέσει τις μπαλακλάβες μας για προστασία από το κρύο που γινόταν έντονο, δεν κάναμε πια σχεδόν καθόλου στάσεις, υπήρχε κίνδυνος να κρυώσουμε και να κοπεί ο ρυθμός μας, κάθε βήμα μας ήταν δύο ανάσες, είμαστε εξαντλημένοι αλλά με περίσσιο πάθος. Είμαστε πλέον στα 5.200 μέτρα μπήκαμε σε ένα χιονισμένο λούκι που καθώς θα το περνούσαμε θα ήμασταν λίγα μέτρα πριν τη κορυφή,δεθήκαμε σε σχοινοσυντροφιά για ασφάλεια.Τη δύναμή μας πλέον την αντλούσαμε μόνο από τη σκέψη ότι βρισκόμασταν τόσο κοντά, η κλίση ήταν γύρω στις 40° εώς 45° μοίρες. Σ’αυτές τις περιπτώσεις μόνο τα ψυχικά αποθέματα είναι αυτά που κουβαλάνε το κορμί. Περάσαμε το λούκι και φτάσαμε σε ένα πατάρι με πετρώματα κίτρινα από το θειάφι, η κορφή είναι ο κρατήρας ενός ηφαιστείου. Δυό βράχια που σχηματίζουν κάτι σαν πύλη μας επιτρέπουν αφού τα περάσουμε να δούμε τον τεράστιο κρατήρα, μυρωδιά από θειάφι φτάνει στα ρουθούνια μας και επιβαρύνει επιπλέον την αναπνοή μας, αριστερά μας στα 100 μέτρα περίπου είναι το ψηλότερο σημείο του κρατήρα, η κορυφή του Damavand στα 5.671 μέτρα. Προχωρούσαμε πλέον σαν υπνωτισμένοι και αγγίζουμε επιτέλους το στόχο μας, την κορυφή!!Όλα πλέον μέχρι στον ορίζοντα πέρα μακριά, είναι χαμηλότερα από εμάς, όλη η οροσειρά Al Borz είναι στα πόδια μας. Είναι Κυριακή 15 Ιουνιου 2003 και ώρα 14:25 μ.μ., τα καταφέραμε…
Είμαστε κατάκοποι μα ευτυχισμένοι που πραγματοποιήσαμε το όνειρό μας. Το συναίσθημα δεν περιγράφεται, είναι κάτι σαν η ανθρώπινη φύση που κουβαλάμε να απογειώνεται και να βρίσκει μια θεική υπόσταση. Ο Reza μας είπε να βιαστούμε γιατί ο καιρός έκλεινε απειλητικά, το βουνό μας δείχνει τα δόντια του, η ώρα ήταν 14:55 μ.μ. Έτσι είναι… διαρκεί μόνο λίγα λεπτά η χαρά της κορυφής, αλλά σε συνοδεύει σε ολόκληρη τη ζωή…
Κατεβήκαμε σε σχοινοσυντροφιά, δεμένοι από ένα λούκι που έλεγξε ο Reza σε μια διαδρομή διαφορετική για να κάνουμε πιο γρήγορα, η κλίση άγγιξε τις 50° μοίρες, φτάσαμε αργά το απόγευμα στο καταφύγιο στα 4.700 μέτρα για μια ακόμη διανυκτέρευση στο παγωμένο εσωτερικό του. Το βράδυ πανηγυρίζαμε και τραγουδούσαμε ελληνικά και περσικά τραγούδια μαζί με το Reza μέσα στο φωτισμένο μας μικρό βασίλειο, στην απόλυτη ερημιά των 4.700 μέτρων με τον αέρα έξω να λυσσομανάει. Την τέταρτη ημέρα μας στο βουνό ξυπνήσαμε εξοικειωμένοι πλέον με το υψόμετρο, ακολουθήσαμε κάποια λούκια και κάποιες χιονισμένες οδούς για να μην επιφορτίσουμε τα γόνατά μας στους σαθρούς βράχους, μέχρι που φτάσαμε στο κομμάτι με το μονοπάτι για το καταφύγιο στα 3.800 μέτρα. Κάναμε μια στάση και ήπιαμε νερό από ένα μπουκάλι που είχαμε αφήσει ως απόθεμα κατα την ανάβασή μας, όλα από εκεί και κάτω ήταν πιο εύκολα. Αετοί πετούσαν πάνω από τα κεφάλια μας, ο άνεμος κόπασε και η μέρα ήταν ήρεμη και ζεστή. Συνεχώς χάναμε ύψος και πλησιάζαμε στο οροπέδιο, αρχίσαμε ήδη να διακρίνουμε το τζιπ που μας περίμενε. Από τους μωβ και πράσινους θάμνους πεταγόταν μπροστα στα κουρασμένα πόδια μας διάφορα πουλάκια που ζούσαν στις πλαγιές του Damavand.
Τα κοπάδια των ορεινών προβάτων έβοσκαν αμέριμνα παρά την παρουσία μας, έχοντας από πάνω τους το γίγαντα του βουνού, που καθώς άνοιγε ο καιρός ένα σύννεφο είχε καθήσει στην κορφή του και τον έκανε πιο μαγευτικό, σαν ηφαίστειο που μώλις εξερράγει!! Η περιπέτεια μας τελείωνε, στο αυτοκίνητο μας περίμενε ο οδηγός μας και ένας κάτοικος του χωριού Nandal με το μικρό του γιο. Μας καλωσόρισαν χαρούμενοι, μας πρόσφεραν δροσερό νερό από το οροπέδιο και ένα θαυμάσιο καρπούζι για να δροσιστούμε. Στο φιλήσυχο βλέμμα τους αναδύονταν η χαρά της ζωής….
ΚΕΙΜΕΝΟ: ΗΛΙΑΣ ΤΣΙΚΑΣ
0 Read MoreΑναχώρηση από το Ελ. Βενιζέλος στις 6.25 π.μ, με πτήση της Lufthansa (μέσω Μονάχου) για την Κατάνια της Σικελίας. Φτάσαμε στις 11.35 π.μ και αμέσως συνεχίσαμε το ταξίδι για τις Συρακούσες όπου επισκευτήκαμε το αρχ.ελληνικό θέατρο και κάναμε βόλτα στα σοκάκια της πόλης και το παλιό λιμάνι, αγναντεύοντας το ηλιοβασίλεμα. Επιστροφή στην Κατάνια και διαμονή στο κέντρο της πόλης, στο Casa Etnea.
Το πρωί πήραμε το αυτοκίνητό μας και ταξιδέψαμε στην ακτή της Ταορμίνας, από την παραλιακή διαδρομή. Στην επιστροφή απολαύσαμε το θέαμα της χιονισμένης Αίτνας και τις εκρήξεις του ηφαιστείου που ήταν εντυπωσιακές, καθώς έδυε ο ήλιος. Αργά το απόγευμα φτάσαμε στο χωριό Nicolosi σε υψόμετρο 700 μ. στους πρόποδες του βουνού. Το ίδιο βράδυ πήγαμε ψηλά στην Αίτνα και κάναμε βραδινές λήψεις με τις εκρήξεις του ηφαιστείου κάτω από τον έναστρο ουρανό.
Ημέρα ανάβασης στην Αίτνα. Αφού πήραμε το πρωϊνό μας στον ξενώνα του χωριού ξεκινήσαμε για το καταφύγιο Sapienza που βρίσκεται στα 1.910 μ. από εκεί ανεβήκαμε στην κορυφή Torre Del Filosofo στα 2.919 μ. υψόμετρο, ακριβώς κάτω από τους κεντρικούς κρατήρες του ηφαιστείου. Το βουνό ήταν χιονισμένο και οι καπνοί από τους κρατήρες έκαναν το θέαμα εντυπωσιακό.
Βρισκόμασταν πάνω από τα σύννεφα, στα πόδια μας η πόλη της Catania και η θάλασσα της Σικελίας. Αργά το απόγευμα επιστρέψαμε στο Nicolosi.
Ταξίδι στο Παλέρμο, την πρωτεύουσα της Σικελίας. Πήραμε την autostrada A19 και αφού διασχίσαμε την κεντρική ραχοκοκαλιά του νησιού, σταματώντας στην πόλη της Enna και στη λίμνη Vilarosa, φτάσαμε αργά το μεσημέρι στην πόλη του Palermo. Μείναμε σε ξενοδοχείο στο λιμάνι κάτω από τον χαρακτηριστικό λόφο. Το βράδυ ανακαλύψαμε τις ομορφιές της πόλης με τα υπέροχα νεοκλασικά και μπαρόκ κτίρια και τους μεγαλοπρεπείς ναούς. Χαθήκαμε στα στενά της Αραβικής συνοικίας και νιώσαμε τον παλμό της νυχτερινής ζωής στην πόλη της Μαφία.
Πήραμε τη διαδρομή της βόρειας ακτής του νησιού και καταλήξαμε στο λιμάνι του Milazzo, όπου φεύγουν τα καράβια για τα Αιόλια νησιά και το Stromboli. Δυστυχώς το δελτίο καιρού δε μας επέτρεψε να τα επισκευτούμε, όπως είχαμε αρχικά προγραμματίσει. Έτσι συνεχίσαμε για τα στενά της Μεσσήνης και το βράδυ καταλήξαμε στην Κατάνια. Βρήκαμε τον φίλο μας Gerardo και μείναμε πάλι στον αγαπημένο μας ξενώνα, Casa Etnea.
Σήμερα είχαμε την ευκαιρία μιας καλής γνωριμίας με την πόλη της Κατάνια. Μετά το πρωϊνό αναχωρήσαμε από την Via G.Verdi για την κεντρική λεωφόρο της πόλης την Via Etnea. Αμέσως μετά πήγαμε στην Piazza Duomo όπου βρίσκεται το σύμβολο της πόλης, ο ελέφαντας. Επισκεφτήκαμε τον ναό της S.Agata που είναι η προστάτρια Αγία της Κατάνια, καθώς και την Piazza Bellini. Tο βράδυ φάγαμε σε μια εξαιρετική tratoria στο κέντρο της Κατάνια και καταλήξαμε στα μπαράκια της πόλης, γύρω από το θέατρο Maximo. Η νυχτερινή ατμόσφαιρα ήταν θαυμάσια, με όλα τα υπέροχα παλιά κτίσματα φωτισμένα.
Εκδρομή στα μπαρόκ χωριά του νότου και το νοτιότερο άκρο του νησιού. Ξεκινήσαμε από το χωριό Noto που είναι ένα ζωντανό αριστούργημα της μπαρόκ αρχιτεκτονικής.Τα γεροντάκια στην πλατεία μας έδωσαν κάθε πληροφορία που χρειαζόμασταν. Συνεχίσαμε για το χωριό Scicli και καταλήξαμε στην παραλία Donalucata με τα εντυπωσιακά κύματα της Μεσογείου και την χρυσαφένια άμμο της. Το απόγευμα λίγο πριν τη δύση και αφού περάσαμε από το Pachino και τη λιμνοθάλασσά του, φτάσαμε στο χωριό Portopalo και στο ακρωτήριο Capo Passero. Το νοτιότερο άκρο της Σικελίας.
Ημέρα επιστροφής. Πήγαμε στο κατάστημα ορειβατικών ειδών Decathlon στο αεροδρόμιο της Κατάνια. Αφού η Αίτνα μας χάρησε μια εντυπωσιακή τελευταία έκρηξη του ηφαιστείου της, πήραμε την πτήση της επιστροφής μας για Αθήνα. Σταματήσαμε για ανταπόκριση, στο πολύ οργανωμένο και φιλικό στον ταξιδιώτη, αεροδρόμιο του Μονάχου και αργά το βράδυ στις 23.00 μ.μ, φτάσαμε στην Ελλάδα.
0 Read MoreΤο Μαρόκο μας δείχνει τις διαδρομές του, μας ανοίγει τις αγκάλες του και μας καλωσορίζει στη γη του. Στην ορεινή κατοικία του Άτλαντα, εκεί ψηλά στον ορεινό του όγκο συντελούνται ανεπανάληπτες στιγμές και μια ανάβαση στο Toubkal στα 4.167 μ. γίνεται πλέον αυτοσκοπός.
Χωριά βερβερίνικα σε μεταφέρουν σε χρόνια αλλοτινά….εποχές άλλες, τότε που ο άνθρωπος ζούσε κοντά στην ανόθευτη φύση και γινόταν κομμάτι της.
Στο Μαρόκο γεύεσαι χρώμα έντονο, με εικόνες πρωτόγνωρες, σε κάθε στενό, σε κάθε σοκάκι, που θα στρίψεις. Κάθε ανάβαση στον Άτλαντα είναι μια περιπέτεια, μπαίνοντας κανείς στην καρδία του βουνού αφουγκράζεται την ψυχή της καφεκόκκινης πέτρας και των βράχων που σαν χτένια στολίζουν τις ορθοπλαγιές του.
Ο Άτλαντας είναι ο πιο βορεινός των βουνών της Αφρικής.Εκτείνεται σαν μια σπασμένη αλυσίδα για πάνω από 1000 μίλια σε ολόκληρο το Μαρόκο,την Αλγερία και την Τυνησία.Ο υψηλός Άτλαντας είναι ο τόπος των ψηλότερων κορυφών στη βόρεια Αφρική,είναι το δυτικό μέρος της οροσειράς και περιλαμβάνει μια δωδεκάδα κορφών πάνω από 4.000 μέτρα με ψηλότερη το Toubkal στα 4.167 μ..Διαμορφώνεται έτσι ένα συγκρότημα οδοντωτών κορυφογραμμών και βαθιών στενών κοιλάδων που διασχίζουν για 250 μίλια το Μαρόκο.Υπάρχει επίσης ο μέσος και ο χαμηλός Άτλαντας που ολοκληρώνουν προς τα βόρεια την οροσειρά.Τα βουνά του Άτλαντα χωρίζουν το βόρειο υγρό μεσογειακό κλίμα από τον ξηρό νότο και την έρημο Σαχάρα.Από την αρχαία πόλη του Μαρακές φαίνονται πέρα στον ορίζοντα, δημιουργώντας ένα σκηνικό εμπνευσμένης ομορφιάς.Παρά την έλλειψη των δρόμων τα περισσότερα από τα σημαντικότερα βουνά είναι ευπρόσιτα και τα επισκέπτονται ορειβάτες από όλο τον κόσμο.Η προσέγγιση στα βουνά είναι σχετικά σύντομη. Υπάρχουν καλά μονοπάτια, καταφύγια, αφθονία οδηγών βουνού καθώς και μουλάρια για τη μεταφορά σκηνών και διαφόρων υλικών.Ο υψηλός Άτλαντας έχει κατοικηθεί για χιλιάδες χρόνια από τους ποιμενικούς ανθρώπους γνωστούς από τους δυτικούς, ως Berbers.Ζουν σε μικρά χωριά συνήθως τοποθετημένα επάνω στις απότομες βουνοπλαγιές.
Τα καλοκαίρια στα βουνά του Άτλαντα είναι καυτά και σκληρά,ενώ τα χειμερινά χιόνια είναι πολύ βαριά.Οι ψηλές κορφές διατηρούν τα καλύμματα χιονιού τους για ένα μεγάλο μέρος του έτους,αλλά δεν υπάρχει κανένας παγετώνας.Οι δύο καλύτερες εποχές για ορειβασία είναι Απρίλιος/Μάϊος, όταν το χιόνι είναι ακόμα παρόν αλλά οι θερμοκρασίες είναι άνετες και το πρώϊμο φθινόπωρο,όταν τα βουνά είναι ξηρά και ο καιρός δροσερός πριν από την επιστροφή των χειμερινών θυελλών….
Η αραβική, απλή πολυτέλεια του μικρού Ριάντ που κοιμόμαστε το βράδυ,δε μας κρατούσε άλλο, θέλαμε ν’ αφήσουμε την πολυκοσμία του Μαρακές και να ενωθούμε με την απεραντοσύνη και την ησυχία του βουνού.
Πήραμε πρωϊνό και αμέσως μετά πήγαμε έξω απ’ την πόλη, όπου ξεκινούν ταξί και μικρά λεωφορεία για το Ιmlil, το ορεινό χωριό που αποτελεί την βάση για τις αναβάσεις στον Άτλαντα. Ξεκινήσαμε απ’ το Μαρρακές ένα πρωινό του Αυγούστου. …μια ανηφορική διαδρομή 68 χιλ. προς τους πρόποδες του Άτλαντα..Η πόλη του Μαρακές είναι πολύ παλιά, εδώ μαζευόταν απ΄τα αρχαία χρόνια τα καραβάνια που διέσχιζαν την τεράστια θάλασσα άμμου της μεγαλύτερης ερήμου του πλανήτη,της φοβερής μα συνάμα γεμάτης ομορφιές ξεχωριστές, Σαχάρα !!
Η διαδρομή στην αρχή επίπεδη, μα σιγά σιγά ξεκινούσαν οι ανηφορικές στροφές. Ο δρόμος πήγαινε δίπλα σε φαράγγι με νερά που κατέβαιναν απ΄τις κορφές του μεγάλου βουνού..Μέσα στο ταξί που μας μετέφερε, έπαιζε δυνατή Αραβική μουσική, που με τον τρελό ρυθμό της μας έκανε να επιζητάμε γρήγορα να χαθούμε στα μονοπάτια του βουνού.Τα μυστικά του γρήγορα θα αποκαλυπτόταν μπροστά στα μάτια μας..Η οροσειρά του Άτλαντα χωρίζει τον ωκεανό από την σκληρή και άνυδρη, ενδοχώρα του Μαρόκου και την έρημο Σαχάρα….
Στα μέσα περίπου της διαδρομής κάναμε μια στάση στο Ρχατ Μουλά Ιμπραχήμ, ένα μαροκινό ορεινό θέρετρο δίπλα στο ποτάμι που κατεβαίνει απ’ τις κορφές. Καμήλες, πραματευτάδες, κόσμος που πήγαινε και ερχόταν, σταματούσε για ένα τσάι με μέντα που είναι σήμα κατατεθέν του Μαρόκου. Ευκαιρία λοιπόν για λίγο ξεμούδιασμα και το βλέμμα να πηγαίνει προς τα πάνω, προσπαθώντας να ανακαλύψει τον άγνωστο κόσμο του Άτλαντα που σε λίγο θα μπαίναμε μέσα του. Περάσαμε από την κωμόπολη του Azni και μετά από 1.40 λεπτά περίπου φθάσαμε στο κεφαλοχώρι των ορεινών Βερβερίνων του Άτλαντα, το Imlil. Είναι ένα ορεινό χωριό στα 1.750 μ.και αποτελεί την αφετηρία όλων των κλασικών αναβάσεων για τον Άτλαντα..Ξεκινάει από εκεί καλογραμμένο καλντερίμι που συνεχίζει δίπλα στο ορμητικό ποτάμι, με τα μουλάρια να κάνουν συνεχείς μεταφορές προς τα ενδότερα του βουνού!!Το μονοπάτι μπαίνει σε δάσος με καστανιές που κατα συστάδες υψώνονται στις όχθες του ποταμού..έτσι καταλήγει η διαδρομή μέχρι και το Armed.
Στην άκρη του χωριού Imlil, συναντήσαμε τυχαία το Χασάν που προσπαθούσε με σπασμένα ισπανικά να συνεννοηθεί μαζί μας. Όλα όμως εκεί πάνω συναινούσαν στο να φθάσουμε ψηλά, να γευτούμε τον αέρα της μεγάλης κορυφής του Άτλαντα, του Toubkal!!Θέλαμε να μείνουμε κάπου ήσυχα και έτσι προτιμήσαμε το βερβερίνικο χωριουδάκι, το Armed, σαράντα πέντε λεπτά περίπου από το Imlil. Φορτώσαμε τα πράγματα στο μουλάρι του Χασάν και ξεκινήσαμε αμέσως την ανάβαση. Είχε μόλις τελειώσει μια διαδρομή με Γάλλους τουρίστες στην ευρύτερη περιοχή, παρόλα αυτά ακούραστος και γελαστός μας οδήγησε μέχρι το χωριό. Τα σπίτια του χωριού γίνονται ένα με τους καφεκόκκινους βράχους του Άτλαντα.Στα αριστερά η είσοδος του φαραγγιού μοιάζει με πύλη που οδηγεί στα ενδότερα μονοπάτια του βουνού. Μας πήγε σ’έναν απλό ξενώνα, με βερβερίνικο χρώμα και καταπληκτική βεράντα με θέα στο φαράγγι. Κανονίσαμε με εκατό ντίρχαμ* το άτομο, ύπνο, φαγητό με κους-κους και πρωϊνό. Ο ιδιοκτήτης του, πρώην οδηγός βουνού, ο Μωχάμεντ, ήταν ένας γλυκός άνθρωπος με πολλές γνώσεις για τα μέρη εκεί πάνω. Με τον Χασάν έγινε συμφωνία να μας πάει μέχρι το καταφύγιο και να μας γυρίσει πάλι πίσω. Την επόμενη το πρωί στις 8, θα ξεκινούσαμε. Αύριο μας περίμενε μια υπέροχη μέρα με έξι ώρες περίπου ανάβαση, μέχρι το καταφύγιο Neltner. Αυτό το καταφύγιο ανήκει στην ορειβατική ομοσπονδία της Καζαμπλάνκα και χτίστηκε τη δεκαετία του ’30 από το Γάλλο περιηγητή Neltner. Βρισκόμασταν ήδη στα 1.950 μέτρα και αύριο θα φθάναμε στα 3.207 μέτρα, όπου βρίσκεται το καταφύγιο. Το απόγευμα κάναμε μια μικρή περιήγηση στο χωριό Armed. Τα όμορφα, μικρά κηπάκια του στην άκρη του χωριού, είναι φτιαγμένα σε πεζούλες στην προσπάθεια το λιγοστό εύφορο χώμα να δώσει καρπούς. Παιδάκια έπαιζαν στους στενούς, δαιδαλώδεις δρόμους, παιχνίδια απλά, ξεχασμένα στο σύγχρονο κόσμο μας. Το υπόλοιπο απόγευμα χαζεύαμε κάτω μας την απίστευτης ομορφιάς κοιλάδα που απλωνόταν στα πόδια μας.
Ο Χασάν ήρθε στις 8, όπως είχαμε πει, και αφού πήραμε ένα δυναμωτικό μαροκινό πρωϊνό, πήραμε πορεία δίπλα στο φαράγγι. Τα τραγούδια των γυναικών που μάζευαν μέντα μάς συντρόφευαν. Το ποτάμι έτρεχε ορμητικά και το καταφύγιο μας περίμενε..Η διαδρομή δίπλα στο φαράγγι μας χάριζε μια όμορφη ανάβαση, που τόσο την ποθούσαμε. Φθάσαμε στον οικισμό Sidi Chamharouch, στα 2.300 μέτρα, με το λευκό του βράχο, το βουητό του ποταμού δεν σταματούσε καθόλου.Κοπάδια κοκκινοκαλιακούδες που φωλιάζουν ψηλά στους κοφτερούς σαν χτένια βράχους,πετούν κυκλικά πάνω απ’τα κεφάλια μας και με το κρώξιμό τους δημιουργούν αντίλαλο στα όρια του φαραγγιού. Ένας νεαρός μαροκάνος προσπαθεί να μου πουλήσει έναν χάρτη σε τιμή πολλαπλάσια της πραγματικής αξίας του..μπορεί στο τέλος χάρτη να μην αγόρασα..αλλά συνάντησα την γη του Άτλαντα σε όλο της το μεγαλείο.. Στη συνέχεια η ανάβαση σκληρή μέχρι το καταφύγιο Neltner στα 3.207 μ.Εκεί θα γινόταν και η διανυκτέρευση. Γύρω στις 1 το μεσημέρι άρχισε να φαίνεται το καταφύγιο, ήμασταν εκεί, μετά από 20 λεπτά περίπου, έμοιαζε με πολυσύχναστο μοναστήρι.Πλήθος ανθρώπων από όλο τον κόσμο συνέρεε εκεί και μαροκινοί οδηγοί ανέβαζαν συνέχεια κόσμο. Με το Χασάν κανονίσαμε να ερχόταν την επομένη το μεσημέρι και να μας περίμενε για την κατάβαση. Βολευτήκαμε σχετικά γρήγορα και ρίξαμε έναν υπνάκο μέχρι το απόγευμα. Ξυπνήσαμε ευχάριστα και κάναμε μια μικρή ανάβαση για εγκλιματισμό στο υψόμετρο μέχρι τα 3.600 μ.περίπου. Πήραμε το μονοπάτι που συνεχιζόταν μέσα στο φαράγγι, τα σύννεφα ανέβαιναν γρήγορα προς τα πάνω και κάναν το σκηνικό εξώκοσμο. Ακουγόταν ο αντίλαλος από τα κοπάδια που έβοσκαν εκεί, τόσο ψηλά για τον άνθρωπο. Οι κορφές από πάνω μας μοιάζαν μετέωρες. Το βράδυ φάγαμε μαζί με τον Bret, έναν Έγγλεζο από το Manchester. Θα ήταν η πρώτη ανάβασή του σε μεγάλο υψόμετρο και συνεχώς μας έκανε ερωτήσεις. Το βράδυ τα αστέρια έλαμπαν στο στερέωμα και η θερμοκρασία έπεσε δραματικά,διαφορά περίπου 20 βαθμών κελσίου μεταξύ ημέρας και νύχτας!!Τη νύχτα νιώσαμε λίγη ανησυχία, καθώς η αϋπνία μας χτύπησε όλους, μάλλον λόγω υψομέτρου μα και αναμονής της αυριανής τελικής προσπάθειας. Αύριο η αφύπνισή μας είναι για τις 4.30 το πρωί. Θα ξεκινούσαμε οι τρεις μας μια μικρή ορειβατική ομάδα,αποτελούμενη απ’τους Ηλία Τσίκα, Στέλιο Τσίκα και Θεοδώρα Μπασάκου,για την ψηλότερη κορυφή της Βόρειας Αφρικής.Αύριο μέρα κορυφής λοιπόν!!
Ξυπνήσαμε στις 4.30 γεμάτοι όρεξη για πάνω,είμασταν οι μόνοι που δεν είχαμε μαροκινό οδηγό βουνού,θα κάναμε την ανάβαση μόνοι μας.
Φύγαμε ακριβώς στις 5, το ζευγάρι των Ισπανών με τον οδηγό τους, είχαν φύγει πρώτοι. Η μεγάλη κόντρα για την κορφή ξεκινούσε σχεδόν αμέσως, από το καταφύγιο αριστερά. Η διαδρομή ξεκινούσε με αριστερή τραβέρσα στους κοφτερούς βράχους μιας μεγάλης σάρας του βουνού και αρκετή κόντρα μέχρι το διάσελο.Πρώτα περάσαμε ένα ποταμάκι με χαρακτηριστικό καταρράκτη και μετά αμέσως άρχιζε η μεγάλη σάρα που θα έπρεπε να προσπεράσουμε. Ο ήλιος δεν είχε ακόμα ανατείλει και μεις συνεχώς ανεβαίναμε ακάθεκτοι. Πρώτα στα 3.600 μέτρα και μετά μέχρι το διάσελο στα 3.950 μέτρα περίπου. Το υψόμετρο έκανε βαριά την ανάσα μας και το στομάχι μας, μα η ψυχή μας οδηγούσε ψηλά, στις μεγάλες κορφές. Μια τελευταία στάση στα 3.950 μέτρα με θέα πλέον πάνω από τα σύννεφα. Η χαράδρα από κάτω μας είχε απόλυτα χαθεί απ’ τα μάτια μας. Βλέπαμε τον ήλιο να ρίχνει τις ακτίδες του και να κοκκινίζει τους γρανιτένιους βράχους, σα να θέλει να τους ζεστάνει και να τους κάνει πιο φιλικούς. Η ανάβαση βήμα με βήμα μας ωθεί ψηλά, φαίνεται ήδη το χαρακτηριστικό σημάδι της κορυφής του Toubkal, ένας κώνος που βρίσκεται στο ψηλότερο σημείο της χώρας του Μαρόκου.
Στα τελευταία μέτρα πριν την κορυφή, η θέα της ανατολικής κάθετης σχεδόν πλευράς του βουνού κόβει πραγματικά την ανάσα,ενώ το μονοπάτι αρκετά ομαλό οδηγεί στον τελικό στόχο στα 4.167 μ. Φθάνουμε στην κορυφή μαζί με τη Θεοδώρα στις 8.50 στις 10/8/2004. Ο Στέλιος ήρθε μετά από ένα τέταρτο, καθώς φωτογράφιζε συνεχώς.
{Η ομάδα ευχαριστεί την εταιρία FUJI FILM HELLAS για την υποστήριξή της με την χορηγία του φωτογραφικού της υλικού (slides provia).}
Καθίσαμε χαρούμενοι στη στέγη του Μαρόκου και όλης της Βόρειας Αφρικής για μια περίπου ώρα, καθώς η θέα και το θέαμα μας κρατούσαν εκεί. Ο τελικός στόχος φέρνει μαζί του την απόλυτη ικανοποίηση και την τεράστια χαρά της επίτευξης. Η κούραση ξεχνιέται, ο κόσμος του βουνού είναι εδώ,στο Jebel Toubkal όπως λένε την κορφή οι μαροκινοί Βερβερίνοι. Ο ήλιος που έχει πλέον βγει, φωτίζει όλες τις κορφές άνω των 4.000 μέτρων της μεγάλης οροσειράς και η θέα τόσο προς την μεριά του Ατλαντικού όσο και προς την πλευρά της ερήμου είναι με μια λέξη μαγευτική!!
Βγάλαμε φωτογραφίες και φάγαμε ευτυχισμένοι βερβερίνικες πίττες.Η κάθοδος άρχισε δύσκολη, κόβοντας δρόμο από μια τεράστια σάρα, δίπλα από την απότομη, κάθετη ανατολική πλευρά του Toubkal. Η επιστροφή με έκανε να δω υπέροχες εικόνες μέσα στη χαράδρα και ψηλά, πάνω από το καταφύγιο Neltner. Μαροκινοί οδηγοί βουνού άραζαν πάνω στους κόκκινους βράχους, τραγουδώντας δικά τους παραδοσιακά τραγούδια, κάνοντας σαν χαρούμενα μικρά παιδιά. Φθάσαμε στο καταφύγιο στις 12 το μεσημέρι, ο Χασάν μας περίμενε όπως είχαμε κανονίσει, πάντα γελαστός. Φύγαμε αμέσως για κάτω, για το Imlil, για τον πολιτισμό. Συνεχίσαμε δίπλα στο ποτάμι κατάκοποι μα ευτυχισμένοι που ο στόχος έγινε πραγματικότητα. Πέντε ώρες κατάβαση και στις 18.50 τρώγαμε το τανζίν μας με λαχανικά και κρέας στην κεντρική πλατεία του χωριού. Ο Χασάν δίπλα μας, μας είπε φιλικά : – Την επόμενη φορά στο σπίτι μου!!
Το παραμυθένιο Μαρόκο περιμένει ξανά κάποιο ταξίδι μας στα χώματά του, στη γη του Άτλαντα..
0 Read More